Του Γιώργου Αναστασιάδη, αναδημοσιεύθηκε από το Μarketing Week, τεύχος 1358, 20/10/2011, στήλη Brand Forward
Πάντα παρακολουθούσα
με ενδιαφέρον τον τρόπο που εξελισσόταν η κατάσταση στον ευρύτερο κλάδο
της Επικοινωνίας στη χώρα μας. Μετά τις αρχές των 1990ς, έβλεπα με προβληματισμό τον κλάδο να
χάνει τη θέση του τόσο σε επίπεδο σεβασμού και αναγνώρισης όσο και σε επίπεδο
αμοιβών.
Γιατί άραγε; Την ίδια στιγμή που η αξία της Επικοινωνίας
αναγνωριζόταν όλο και περισσότερο, την στιγμή που άλλα επαγγέλματα διατηρούσαν
ή και ανέβαζαν την αξία τους, τα περισσότερα επαγγέλματα γύρω από την
επικοινωνία έβλεπαν την αίγλη τους να
βαίνει συρρικνούμενη. Την ώρα που οποιοσδήποτε δεχόταν με ευκολία να πληρώσει
€50 για μια ολιγόλεπτη επίσκεψη σε έναν οδοντίατρο ή ενός υδραυλικού, δεν ήταν
σπάνιες οι περιπτώσεις που ο Πελάτης θα αντιμετώπιζε με δυσφορία την προσπάθεια
κάποιου να χρεώσει αντίστοιχα την ώρα ενός προικισμένου στελέχους με 2
μεταπτυχιακά και 10 χρόνια αξιόλογης εμπειρίας στο χώρο της Επικοινωνίας.
Η παραπάνω αναλογία, όσο απλουστευτική και αν είναι,
οδηγεί σε κάποια απλά συμπεράσματα. Πληρώνουμε αδιαμαρτύρητα €50 για την
επίσκεψη μισής ώρας ενός υδραυλικού διότι, πρώτον, είμαστε σωστά εκπαιδευμένοι
ώστε να αναγνωρίζουμε με σιγουριά πότε και αν τον χρειαζόμαστε. Δεν απαιτούμε
καθημερινή συνεργασία μαζί του χωρίς να υπάρχει συγκεκριμένος λόγος.
Δεύτερον, γιατί δεν έχουμε την (ψευδ)αίσθηση ότι γνωρίζουμε τόσο καλά τη δουλειά του ώστε να μπορούμε να του πούμε πώς να την κάνει, πόσο μάλλον να την κάνουμε οι ίδιοι. Του λέμε ποιο είναι το πρόβλημα και τι θέλουμε να πετύχει για μας και τον αφήνουμε να το πετύχει. Ελπίζουμε μάλιστα ότι παρακολουθεί τις εξελίξεις στον τομέα του ώστε να ξέρει να αντιμετωπίσει τα προβλήματα που προκύπτουν από τις νέες τεχνολογίες ή και να μας προτείνει αποτελεσματικότερες ή και οικονομικότερες λύσεις.
Τρίτον, γιατί μετά το τέλος της εργασίας του, ή έστω
εντός ολίγον ημερών, ξέρουμε αν έφερε τα αποτελέσματα που θέλαμε. Αν τα έφερε,
σε επόμενη ευκαιρία θα τον προσλάβουμε και θα τον πληρώσουμε ξανά. Αν όχι θα τον καλέσουμε να την επαναλάβει
χωρίς νέα χρέωση ή θα στραφούμε σε κάποιον άλλο.
Τέταρτον, γιατί
είμαστε πεπεισμένοι ότι το εισόδημά του προκύπτει, αποκλειστικά ή κυρίως, από
την εργασία που μας προσφέρει. Δεν μας έχει αφήσει να νομίζουμε ότι έχει οικονομικό
όφελος από την τοποθέτηση του χ θερμοσίφωνα ή του ψ σιφονιού.
«Αυτονόητα όλα αυτά», θα μου πείτε. Θα συμφωνήσω. Και την
άλλη εβδομάδα θα σας γράψω το γιατί ήρθε επιτέλους η στιγμή που αυτά τα
αυτονόητα θα ισχύσουν ξανά και στα δικά μας επαγγέλματα.
Η συνέχεια όπως δημοσιεύθηκε στο Μarketing Week, τεύχος 1359, 27/10/2011, στη στήλη Brand Forward:
Η στιγμή που όλοι περιμέναμε (2)
Πόσες φορές δεν έχετε ακούσει τις γνωστές γκρίνιες ότι η
αγορά δεν επενδύει στο στρατηγικό Marketing, στην σε
βάθος ανάλυση, στον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, στο μελετημένο δημιουργικό, σε όλα
αυτά τέλος πάντων που οδηγούν στο συνεπές brand building;
Την περασμένη εβδομάδα έγραφα ότι μέσα στο ολοένα και πιο
γκρίζο τοπίο της ελληνικής οικονομίας, εμφανίζονται κάποια πρώτα θετικά σημάδια
για την αγορά του Marketing και της
Επικοινωνίας. Τα οποία ίσως δεν οδηγούν στην αναστροφή της πτωτικής τάσης
δραστηριότητας και τζίρων, αυξάνουν όμως
την αξία και το κύρος των επαγγελμάτων μας ξαναθέτοντας τα πράγματα στη σωστή
τους βάση. Αυτή την περίοδο η κατανάλωση μειώνεται γρήγορα, με μεγαλύτερο χαμένο
το τμήμα του τριτογενή τομέα της οικονομίας (υπηρεσίες και εμπόριο) που
απευθύνεται στο εσωτερικό. Κάποιοι από
αυτούς που απασχολούνταν εκεί επιστρέφουν στον πρωτογενή και τον δευτερογενή
τομέα δημιουργώντας μικρές
επιχειρήσεις με έμφαση στην παραγωγή και
στις εξαγωγές. Ταυτόχρονα οι παλιότερες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται σε
αυτούς τους τομείς υποχρεώνονται κι αυτές να δώσουν μεγαλύτερη έμφαση στις
αγορές του εξωτερικού.
Τι σημαίνει αυτό για το Marketing και την Επικοινωνία; Είναι απλό. Τους
προσφέρει την ευκαιρία να ξαναβρούν τον ρόλο τους στην επιχειρηματική
δραστηριότητα. Όσο η ελληνική οικονομία
εγκαταλείπει την μεταπώληση και στρέφεται στην παραγωγή, τόσο η έμφαση
μεταφέρεται από την προώθηση και τη διανομή στο brand building και το brand management. Στη νέα κατάσταση, το Marketing θα υποχρεωθεί να δώσει έμφαση στη στρατηγική και στον σχεδιασμό,
επανακτώντας τμήμα της ισχύος που στις εποχές των παχιών αγελάδων είχε
μεταφερθεί στο Trade Marketing και τις Πωλήσεις. Και η Επικοινωνία με τη σειρά της θα μειώσει
το βάρος στο media planning και buying δίνοντας έμφαση στη
μελέτη, το strategic planning και το καλό δημιουργικό.
Από τις καμπάνιες που προσπαθούν κυρίως να ξεχωρίσουν στο clutter, θα μετακινηθεί σε καμπάνιες
που αποσκοπούν στο συνεπές χτίσιμο της μάρκας και την ενδυνάμωση της σχέσης της
με τα κοινά.
Η πραγματική αξία των επαγγελμάτων όλων ημών, των ανθρώπων
του Marketing ή/και της Επικοινωνίας, έγκειται στην ικανότητα και εξειδίκευσή μας να συμβάλλουμε,
αποδεδειγμένα και κατά τρόπο μετρήσιμο, στην αύξηση του brand equity και, μέσω
αυτού, του stakeholders’ equity. Όσο μειωμένα κι αν μπορεί να είναι τα budgets των πελατών μας, όσο
περιορισμένα κι αν είναι τα budgets των
νέων μικρών ελλήνων παραγωγών, αυτά είναι
που θα μας επιτρέψουν να αμειβόμαστε ξανά για εκείνο το κομμάτι της δουλειάς
μας που ενέχει την πραγματική της αξία.
0 σχόλια:
Post a Comment